Η Deutsche Bank πρέπει να επιβιώσει «μόνη της» χωρίς κρατική βοήθεια, δήλωσε ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ την Παρασκευή που η μετοχή της τράπεζας υποχώρησε κατά διαστήματα για πρώτη φορά κάτω από το ψυχολογικό φράγμα των 10 ευρώ στο Χρηματιστήριο
της Φραγκφούρτης, ενώ από την αρχή του έτους η μετοχή έχασε το 55% της αξίας της. Το 2007 η αξία της μετοχής ήταν πάνω από 100 ευρώ.
Τα χρηματιστηριακά σκαμπανεβάσματα της τράπεζας συσχετίστηκαν αυτή τη φορά με δημοσιεύματα για ορισμένα αμερικανικά hedge fund που φέρονται να έχουν αποσύρει δισεκατομμύρια δολάρια σε τοποθετήσεις και συναλλαγές με τη Deutsche Bank. Βέβαια, η γερμανική τράπεζα υποστηρίζει ότι δεν έχει πρόβλημα σταθερότητας και ότι η ρευστότητά της ξεπερνά τα 200 δισ. ευρώ. Σε ανακοίνωση αναφέρει πως «οι επιχειρηματικοί μας εταίροι συγκαταλέγονται στους πιο απαιτητικούς επενδυτές παγκοσμίως» και πως «είμαστε πεπεισμένοι ότι η πλειονότητα εξ αυτών αντιλαμβάνεται τη σταθερή οικονομική μας κατάσταση, το συνολικό οικονομικό περιβάλλον, τις νομικές διαμάχες στις ΗΠΑ και την πρόοδο που επιτυγχάνουμε στην υλοποίηση της στρατηγικής μας».
Σε Βερολίνο και Ουάσιγκτον το αναπάντητο ερώτημα που κυριαρχεί είναι αν τελικά θα υπάρξει συμβιβασμός με την Deutsche Bank, στην οποία το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει επιβάλει πρόστιμο 14 δισ. δολάρια και ζητά την καταβολή τους. Το πρόστιμο σχετίζεται με αγοραπωλησίες τοξικών ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ στο διάστημα πριν το ξέσπασμα της κρίσης.
Οι πληροφορίες και τα δημοσιεύματα αναφέρουν πως η τράπεζα διαθέτει «δίχτυ ασφαλείας» μόλις 5,5 δισ. ευρώ για πιθανές νομικές περιπέτειες, ενώ η χρηματιστηριακή αξία της Deutsche Bank ανέρχεται σε μόλις 14,6 δισ. ευρώ.
Πάνω από 100.000 εργαζόμενοι της τράπεζας αγωνιούν για τις εξελίξεις και σύμφωνα με το Reuters, ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank Τζον Κράιαν προσπαθεί με επιστολή του προς τους εργαζόμενους να ηρεμήσει την κατάσταση, ζητώντας από τους υπαλλήλους της τράπεζας να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους. Στην επιστολή αναφέρει πως η τράπεζα έχει γίνει αντικείμενο έντονης φημολογίας και πως στην αγορά υπάρχουν δυνάμεις που θέλουν να κλονίσουν την εμπιστοσύνη στη μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας.