Φωτο αρχείου |
Τις αξιώσεις των επιχειρηματικών ομίλων κωδικοποιεί η κοινή επιστολή που απέστειλαν οι εργοδοτικές ενώσεις της χώρας, μαζί με τον Γ. Παναγόπουλο που τη συνυπογράφει ως πρόεδρος της ΓΣΕΕ, προς τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης,Γ. Δραγασάκη και τους υπουργούς Οικονομικών,Ευ. Τσακαλώτο και Οικονομίας, Γ. Σταθάκη. Η επιστολή έχει ως θέμα «την άμεση εφαρμογή μέτρων ταχείας απόδοσης για την άρση των υφεσιακών παραμέτρων και τη σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας» και πρόκειται επί της ουσίας για μια σειρά χρόνιων επιδιώξεων του εγχώριου κεφαλαίου, που πλέον και εν μέσω του νέου υφεσιακού κύκλου που έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία, απαιτούν την παροχή ακόμη
περισσότερων «διευκολύνσεων» σε βάρος του κόσμου της εργασίας.
Την επιστολή συνυπογράφουν οι πρόεδροι του ΣΕΒ,Θ. Φέσσας, του Συνδέσμου των Ξενοδόχων (ΣΕΤΕ), Α. Ανδρεάδης, της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων, Κ. Μίχαλος, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, όπως προαναφέρθηκε, αλλά και οι πρόεδροι της ΕΣΕΕ, Β. Κορκίδης και της ΓΣΕΒΕΕ, Γ. Καββαθάς,δείχνοντας για μια ακόμη φορά το γεγονός ότι αυτές οι ενώσεις εκφράζουν τα συμφέροντα των μεγάλων βιοτεχνών και εμπόρων που βρίσκονται πιο κοντά στο μεγάλο κεφάλαιο και όχι τα συμφέροντα των φτωχών αυτοαπασχολούμενων.
Οπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση, οι παραπάνω «κοινωνικοί εταίροι» υπογραμμίζουν την ανάγκη να αποφευχθεί «πάση θυσία» η επικείμενη παγίωση των επιπτώσεων στις επιχειρήσεις από τη ραγδαία πτώση στην οικονομική δραστηριότητα λόγω των τραπεζικών περιορισμών και ζητούν τη λήψη άμεσων μέτρων που αφορούν «στη ρευστότητα, στις φορολογικές υποχρεώσεις, στις εξαγωγές, στο επιχειρηματικό περιβάλλον και στις επενδύσεις».
Προτάσεις «ανασυγκρότησης» της κερδοφορίας των εγχώριων επιχειρηματικών ομίλων
Σηκώνοντας τη σημαία της «παραγωγικής ανασυγκρότησης», διατυπώνουν προτάσεις που θεωρούν αναγκαίες για την ανάκαμψη της κερδοφορίας τους.
Στις προτάσεις περιλαμβάνονται και μέτρα που εξ αντικειμένου δεν απευθύνονται στην ελληνική κυβέρνηση, όπως για παράδειγμα το αίτημα για«ένεση ρευστότητας και εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα μέσω ELA», αλλά και μέτρα από την ΕΚΤ και την ΕΕ για την επιστροφή καταθέσεων και κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες.
Μεταξύ άλλων, σταχυολογούμε:
-- Χάραξη νέας εθνικής επενδυτικής στρατηγικής σε εξωστρεφείς παραγωγικές δραστηριότητες, με βασικά κριτήρια και προτεραιότητα στην επενδυτική απόδοση, στη δημιουργία παραγωγικών δικτύων γύρω από οργανωμένες/εδραιωμένες επιχειρήσεις κ.ά. Συνδέουν ένα τέτοιο σχέδιο, ζητώντας τη νέα χρηματοδοτική στήριξή τους από το αστικό κράτος μέσω ΕΣΠΑ, νέου αναπτυξιακού νόμου κ.τ.λ.
-- Επαναδιαπραγμάτευση των όρων λειτουργίας του IfG (Ινστιτούτου για την Ανάπτυξη), δηλαδή του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου. Με στόχο την αξιοποίηση της χρηματοδότησης, της πίστωσης και των δανείων που προσφέρει αυτό το Ταμείο σε διάφορα επενδυτικά σχέδια επιχειρηματικών ομίλων στη χώρα.
-- Δημιουργία «ευνοϊκού φορολογικού περιβάλλοντος», που θα περιλαμβάνει συμψηφισμό των σωρευμένων ζημιών με τα κέρδη της επόμενης δεκαετίας, επιστροφή ΦΠΑ σε διάστημα μικρότερο των 45 ημερών και απλούστευση των κριτηρίων υπαγωγής στο ευνοϊκό καθεστώς επιστροφής.
-- Επανασχεδιασμό του ΕΣΠΑ, με στόχο την άμεση εκταμίευση κονδυλίων προς επιχειρήσεις που«θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος» στη σταθεροποίηση της οικονομίας, ταχεία διαχείριση των προγραμμάτων που βρίσκονται σε φάση ελέγχου, άμεση επιστροφή εγγυητικών επιστολών στις επιχειρήσεις που έχει ολοκληρωθεί θετικά ο έλεγχος για την ένταξη σε κάποιο πρόγραμμα και τέλος κατά προτεραιότητα στήριξη των «εξωστρεφών» επιχειρήσεων.
-- Μείωση του «ενεργειακού κόστους» των επιχειρήσεων, μέσω της μείωσης του ΕΦΚ σε φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια ή και πλήρους απαλλαγής για ορισμένες κατηγορίες, προώθηση της ταχείας αδειοδότησης των επιχειρήσεων βάσει του νόμου 4223/2014 της προηγούμενης κυβέρνησης.
Τέλος, ζητούν τη σύνταξη «ολοκληρωμένου σχεδίου αποσυμφόρησης της τραπεζικής λειτουργίας από κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια», με στόχο όπως λένε τη «δρομολόγηση πόρων προς υγιείς και βιώσιμες επιχειρηματικές δραστηριότητες». Πρόκειται για σχέδιο που η προηγούμενη κυβέρνηση, σε συνεργασία με τους τραπεζίτες, προωθούσε ώστε σε επιχειρήσεις που συνεχίζουν να φυτοζωούν συντηρούμενες από τραπεζικά δάνεια, να κοπεί η τραπεζική χρηματοδότηση και να οδηγηθούν στην άρση λειτουργίας. Εκτιμώντας, ουσιαστικά, ότι δεν έχει επέλθει - η αναγκαία για το καπιταλιστικό σύστημα - βαθιά απαξίωση κεφαλαίων (βλ. καταστροφή επιχειρήσεων), που είναι προϋπόθεση για το πέρασμα στη φάση της ανάκαμψης. Αυτό το ζήτημα αναδεικνυόταν ποικιλοτρόπως από μερίδα του αστικού Τύπου που προέβαλλε την ανάγκη της «δημιουργικής καταστροφής».
Σύμφωνα με τους πολύ μετριοπαθείς υπολογισμούς έρευνας που είχε δημοσιεύσει η PwC και αφορούσαν το 2014, το 25% των επιχειρηματικών δανείων εκείνη την περίοδο χαρακτηρίζονταν ως μη εξυπηρετούμενα, σε απόλυτα νούμερα περίπου 15 δισ. ευρώ και απαιτούσαν αναδιάρθρωση, ώστε να απελευθερωθούν περιουσιακά στοιχεία για τις κερδοφόρες επιχειρήσεις.
Ριζοσπάστης Τρίτη 28 Ιούλη 2015