Πάση θυσία εξυπηρέτηση της ανάγκης των επιχειρηματικών ομίλων για επενδύσεις κεφαλαίου με σκοπό το κέρδος είναι η φιλοσοφία της κυβερνητικής πολιτικής, με βάση τους στόχους που ανέλυσε ο υπουργός Οικονομικών σε ακροατήριο επιχειρηματιών.
Ο Γκίκας Χαρδούβελης,μιλώντας στη 2η Ετήσια Οικονομική Διάσκεψη της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών, σημείωσε ότι για
το 2015 θέτει ως στόχους «πρώτον... μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη, όπως για παράδειγμα ο νέος νόμος για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων...» και «δεύτερον την επιστροφή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και την ανάκτηση του παραδοσιακού του ρόλου στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Το ζήτημα που θέτουν οι επιχειρήσεις είναι ότι εν μέσω ύφεσης δεν μπορούν εύκολα να χρηματοδοτηθούν...».
Επίσης, όπως ανάφερε, «η τρίτη πρόκληση είναι η επιτάχυνση της διαδικασίας των ιδιωτικοποιήσεων. Σύμφωνα με το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας (ΤΑΙΠΕΔ), περισσότερες από 32 ιδιωτικοποιήσεις έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται σε καλό δρόμο με μια συνολική αξία συναλλαγής 4,9 δισ. ευρώ».
Και οι τρεις στόχοι της κυβέρνησης έχουν ως αποκλειστικό πεδίο την εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών ομίλων, ενώ για το λαό το μόνο σίγουρο είναι η διατήρηση της φοροεπιδρομής, καθώς όπως ανάφερε ο υπουργός Οικονομικών, «στο προσχέδιο του προϋπολογισμού υπάρχει η μείωση κατά 30% της έκτακτης εισφοράς αλληλεγγύης», που όταν νομοθετήθηκε είχε ημερομηνία λήξης στις 31/12/2014, ωστόσο κι εδώ ισχύει το «ουδέν μονιμότερου εκ του προσωρινού».
Προσωρινοί είναι και οι υπάρχοντες φορολογικοί συντελεστές για τις επιχειρήσεις, καθώς και ο Γκίκας Χαρδούβελης προανήγγειλε μείωσή τους, υπό το επιχείρημα πως η χώρα χρειάζεται «ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό φορολογικό πλαίσιο να προωθήσει την επιχειρηματικότητα και να δημιουργήσει ένα ελκυστικό περιβάλλον για επενδύσεις».
Τα όσα ειπώθηκαν από τον υπουργό Οικονομίας έχουν ειπωθεί ξανά και ξανά και τώρα και πριν την κρίση. Όμως, ο Γκίκας Χαρδούβελης ήταν αποκαλυπτικός και στο πώς θα επιτευχθεί το μοντέλο της εξωστρεφούς οικονομίας, δηλαδή της ενίσχυσης των εξαγωγών σε βάρος των μισθών και της δυνατότητας της λαϊκής οικογένειας να καταναλώνει βασικά και αναγκαία αγαθά, προϊόντα και υπηρεσίας.
Ανέφερε πως είναι επιθυμητή μια ισχνή ενίσχυση της κατανάλωσης, «η οποία θέλουμε μεν να αυξάνεται αλλά με μικρότερο ρυθμό από ό,τι θα αυξάνονται οι επενδύσεις και οι εξαγωγές». Άρα, ο στόχος της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επενδυτών σημαίνει πως ταυτόχρονος στόχος είναι η διατήρηση του «κόστους εργασίας» σε χαμηλά επίπεδα, να είναι φτηνό το κόστος αγοράς της εργατικής δύναμης.
Το αντιφατικό είναι πως η κυβέρνηση θέλει συγκρατημένη κατανάλωση στην Ελλάδα, απ' όπου θα εξάγουν επιχειρηματικοί όμιλοι που θα επενδύσουν και παράλληλα ισχυρή κατανάλωση στις χώρες προορισμού των εξαγωγών. Μεταξύ των παραγόντων που λειτουργούν αποτρεπτικά στις εξαγωγές, ανέφερε και «τις δυσμενείς διεθνείς μακροοικονομικές συνθήκες, δηλαδή την υποτονική ζήτηση λόγω των χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης των εμπορικών μας εταίρων».
Προφανώς και οι αποκαλούμενοι εμπορικοί εταίροι της Ελλάδας θα έχουν την ίδια στόχευση, να στηρίζονται σε επιχειρηματικούς ομίλους που παράγουν φτηνά και εξάγουν προϊόντα, οπότε θέλουν χαμηλότερη κατανάλωση από τους ρυθμούς που θα τρέχουν επενδύσεις και εξαγωγές, συνεπώς παντού φτηνά και φτηνότερα εργατικά χέρια...