Πώς γίνεται όμως να υπέγραψε η νέα κυβέρνηση την παράταση του Μνημονίου και να μην αναγκάζεται να πάρει νέα μέτρα μείωσης των συντάξεων, νέες περικοπές στα κοινωνικά επιδόματα, όπως το ΕΚΑΣ και τόσα άλλα που περιλαμβάνονται στο αλήστου μνήμης e-mail Χαρδούβελη - Σαμαρά;» διερωτάτο και ενίστατο η «ΑΥΓΗ» στο βασικό της άρθρο, προχτές Παρασκευή, απέναντι στην κριτική που γίνεται στην κυβέρνηση ότι στο Γιούρογκρουπ της 20ής Φλεβάρη συμφώνησε για παράταση του μνημονίου. «Η ελληνική κυβέρνηση έχει δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι δεν μπορεί να λάβειεπιπλέον μέτρα που μειώνουν το εισόδημα και τις συντάξεις», συνεχίζει παρακάτω η εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι, όμως, αυτό το επίθετο «νέα» και το επίρρημα «επιπλέον», που αναδεικνύουν όλη την αλήθεια περί της αντιλαϊκής πολιτικής που σκοπεύει να συνεχίσει - και ασκεί ήδη - η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, διατηρώντας όλο το αντιλαϊκό - αντεργατικό πλαίσιο που επιβλήθηκε στο λαό το προηγούμενο διάστημα. Αλήθεια που αποτυπώνεται και στις επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα, στελεχών της κυβέρνησής του και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, ότι οι μεταρρυθμίσεις που η ελληνική κυβέρνηση θα καταθέσει στο επόμενο Γιούρογκρουπ δεν θα περιλαμβάνουν «υφεσιακά μέτρα» και θα επιτρέψουν την «επανεκκίνηση της (σ.σ.: καπιταλιστικής) οικονομίας».
Μια διαβεβαίωση που δεν απευθύνεται στους εργαζόμενους, στα λαϊκά στρώματα, αλλά στους επιχειρηματικούς ομίλους, στο κεφάλαιο.
Αναπαράγουν αιτήματα του κεφαλαίου
Ουσιαστικά, οι κυβερνώντες διαβεβαιώνουν τα μονοπώλια ότι οι αναδιαρθρώσεις που θα πραγματοποιηθούν θα
διευκολύνουν και δεν θα δυσκολέψουν τις προσπάθειες για ανάκαμψη των κερδών τους. Το «όχι άλλα υφεσιακά μέτρα» είναι, άλλωστε, σύνθημα του ΣΕΒ και των άλλων εργοδοτικών ενώσεων.
Διόλου τυχαία, με αυτό το πακέτο (εξασφάλιση ρευστότητας, φτηνής δανειοδότησης, κεφαλαίων κίνησης, επιδοτήσεων, φοροελαφρύνσεων, εισφοροαπαλλαγών, μειώσεων στο ενεργειακό κόστος για τους βιομήχανους, γενικά «ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος») προσήλθαν την Παρασκευή στα κεντρικά γραφεία της ΝΔ οι εκπρόσωποι της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, τουΣυνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, του ΕΒΕΑ, της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων, του ΣΕΒ, οι οποίοι εξέφρασαν (και) στον Αντ. Σαμαρά ανησυχίες για τη «χρηματοπιστωτική ασφυξία στην αγορά».
Επίσης, αυτή η ανάγκη της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας για ένα λιγότερο περιοριστικό μείγμα διαχείρισης, για κάποια χαλάρωση στο ισχύον μείγμα από τούδε και στο εξής, προβάλλεται, εδώ και καιρό, και από τα αστικά ΜΜΕ.
Διατηρούν το αντιλαϊκό πλαίσιο
Απαντώντας σε αυτά ακριβώς τα ζητούμενα, η τωρινή κυβέρνηση προπαγανδίζει ότι η πολιτική που ακολουθήθηκε από την προηγούμενη συγκυβέρνηση ήταν αντιλαϊκή, επειδή ήταν «υφεσιακή», καθώς από κάποιο σημείο κι έπειτα η περιοριστική πολιτική, που κρίθηκε αρχικά αναγκαία για την αντιμετώπιση των μεγάλων ελλειμμάτων, έγινε σταδιακά βρόχος στο λαιμό της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Σύμφωνα με αυτήν τη λογική, για να υπάρξει φιλολαϊκή πολιτική πρέπει να υπάρξουν «αντι-υφεσιακά» μέτρα, δηλαδή αναδιαρθρώσεις που θα στηρίξουν την καπιταλιστική ανάπτυξη, τις επενδύσεις των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Εξαρτά, έτσι, την πιθανότητα βελτίωσης της ζωής των εργαζομένων από την ανάκαμψη των επιχειρηματικών κερδών!
Ομως αντι-υφεσιακή πολιτική δεν σημαίνει και «φιλολαϊκή». Η ανάκαμψη της κερδοφορίας του κεφαλαίου προϋποθέτει τσακισμένα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, υποβαθμισμένες εργατικές - λαϊκές ανάγκες, προϋποθέτει τη διατήρηση όλου του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου των προηγούμενων χρόνων. Εφαρμογή όλου του στρατηγικού πλαισίου της ΕΕ όπου με κανονισμούς, ντιρεκτίβες, συνθήκες, «μνημόνια διαρκείας», μηχανισμούς, όπως το «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο», η «Ευρωπαϊκή Οικονομική Διακυβέρνηση», το «Σύμφωνο για το ευρώ +», το «Δημοσιονομικό Σύμφωνο», μεθοδεύουν την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας.
Τα έλεγαν και προ κρίσης
Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το επιχείρημα πως από την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων θα μεγαλώσει η «πίτα», οπότε θα «τσιμπήσει» κάτι παραπάνω κι ο εργαζόμενος, παπαγαλιζόταν και πριν την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης. Και ούτε τότε επιβεβαιώθηκε. Ακόμα και αν οι εργαζόμενοι ζούσαν σε καλύτερες συνθήκες σε σχέση με σήμερα, εντούτοις βίωναν μια σταδιακή αφαίρεση κατακτήσεων και δικαιωμάτων ήδη από τις αρχές ακόμα της δεκαετίας του 1990, πληρώνοντας ακριβά αυτό το «μεγάλωμα της πίτας», που όντως υπήρξε και το απόλαυσαν τα μονοπώλια.
Σε κάθε περίπτωση, τα «μη υφεσιακά μέτρα» είναι μεταρρυθμίσεις που φορτώνουν το βάρος της ανάκαμψης στις πλάτες των εργαζομένων. Οποια απαλλαγή και διευκόλυνση γίνεται για το κεφάλαιο σημαίνει νέα βάρη για το λαό.
Ο λαός θα χρεωθεί να καλύψει τα νέα ελλείμματα που θα προκύψουν στα ασφαλιστικά ταμεία, στο δημόσιο ταμείο, στο ταμείο της ΔΕΗ, από τις νέες απαλλαγές που θα κερδίσουν οι μεγαλοκαρχαρίες.
Αλλος ο δρόμος του λαού
Συνεπώς, τα λαϊκά στρώματα δεν πρέπει επ' ουδενί να «μαγεύονται» από τέτοια ωραία λόγια και υποσχέσεις. Το «τέλος της λιτότητας», που προπαγανδίζουν οι κυβερνώντες και τα φερέφωνά τους, δεν αναφέρεται στους εργαζόμενους, που καλούνται υπομονετικά και «πατριωτικά» να στηρίξουν (και αυτή) τη συγκυβέρνηση, προσδοκώντας στη ...Δευτέρα Παρουσία κάποια ψίχουλα παραπάνω απ' όσα μοιράζουν στην ακραία φτώχεια.
Στην κατεύθυνση της στήριξης της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου, χωρίς σύγκρουση και ρήξη με την ΕΕ και το δρόμο ανάπτυξης υπέρ των μονοπωλίων, δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική ανακούφιση του λαού, ανάκτηση των μεγάλων απωλειών του προηγούμενου διαστήματος, ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, συνθήκες απαράβατες ώστε τα λαϊκά νοικοκυριά να ζήσουν με αξιοπρέπεια.