«Στα περίχωρα της
πετρελαιοπηγής Αλ Ομάρα της ανατολικής Συρίας, τα φορτηγά σχηματίζουν ουρά έξι
χιλιομέτρων, με τους οδηγούς τους να περιμένουν έως και ένα μήνα μέχρις ότου
καταφέρουν να φουλάρουν τα βυτιοφόρα τους με "μαύρο χρυσό" αξίας
10.000 δολαρίων» ξεκινούσε
στις 14 του περασμένου Οκτώβρη μεγάλη έρευνα της βρετανικής εφημερίδας «Financial Times»,κατά την οποία ένα μεγάλο επιτελείο
ρεπόρτερ, με προσβάσεις στις κατεχόμενες από τους τζιχαντιστές περιοχές,
επιχείρησε μία χαρτογράφηση των πηγών,
μεταφοράς και λαθρεμπορίου πετρελαίου, του τεράστιου πλούτου που συσσωρεύει το ΙΚ στις περιοχές Συρίας και Ιράκ που έχει θέσει υπό τον έλεγχό του. Δίχως βεβαίως ονόματα ατόμων, εταιρειών, δίχως να θίγει «υπολήψεις». Απορία, βεβαίως, γεννάει το πώς τα κατάφεραν, τη στιγμή που οι τζιχαντιστές εμφανίζονται να σφάζουν ό,τι κινείται, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
μεταφοράς και λαθρεμπορίου πετρελαίου, του τεράστιου πλούτου που συσσωρεύει το ΙΚ στις περιοχές Συρίας και Ιράκ που έχει θέσει υπό τον έλεγχό του. Δίχως βεβαίως ονόματα ατόμων, εταιρειών, δίχως να θίγει «υπολήψεις». Απορία, βεβαίως, γεννάει το πώς τα κατάφεραν, τη στιγμή που οι τζιχαντιστές εμφανίζονται να σφάζουν ό,τι κινείται, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
Ας μείνουμε, λοιπόν, στα στοιχεία της «έρευνας». Οι
ρεπόρτερ περιγράφουν τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και τις δυνατότητες του ΙΚ
στις περιοχές που ελέγχουν σαν «μία κρατική μηχανή που αυξάνει σε
μέγεθος και πλειάδα ειδικοτήτων» με μηχανικούς, επιστήμονες, μάνατζερ,
ειδικευμένους εργάτες. Επικαλούμενοι ντόπιες πηγές «εμπόρων», οι «Financial
Times» ανεβάζουν μεταξύ 34.000 έως 40.000 βαρελιών την
ημερήσια παραγωγή στα εδάφη του ΙΚ, με τιμές πώλησης που κυμαίνονται
ανάλογα μεταξύ 20 και 30 δολαρίων το βαρέλι, αποδίδοντας, όπως
σημειώνουν, στους τζιχαντιστές ημερήσια κέρδη 1.500.000 δολάρια.
Οι ίδιοι αναφέρουν ως
χαρακτηριστική την περίπτωση αντικαθεστωτικού ενόπλου στο Χαλέπι της Συρίας,
που ενώ υποτίθεται ότι μάχεται τους τζιχαντιστές και το συριακό στρατό,
αγοράζει πετρέλαιο και βενζίνη από το ΙΚ... Ενδιαφέρον έχει το στοιχείο ότι οι
τζιχαντιστές του Αμπού
Μπακρ αλ Μπαγκντάντι είχαν
στήσει τις υποδομές για τον έλεγχο της πετρελαϊκής παραγωγής στη Συρία, αμέσως
μετά την εμφάνισή τους στην περιοχή, το Γενάρη του 2013. Οταν κατέλαβαν τη
Μοσούλη του βορείου Ιράκ το καλοκαίρι του 2014, «είχαν έτοιμα από καιρό εκατοντάδες φορτηγά και
βυτιοφόρα, αλλά και τεχνικούς και μηχανικούς από διάφορες περιοχές του Κιρκούκ». Σημειώνει έτσι ότι το ΙΚ δημιούργησε το δικό του «στάτους» στην περιοχή,
το δικό του μονοπώλιο.
Στοιχείο που γεννά πολλές απορίες για το πώς τα
κατάφεραν, με τη στήριξη ποιων μονοπωλιακών συμφερόντων, ποιων τμημάτων της
αστικής τάξης και ποιων ιμπεριαλιστικών κέντρων, απέκτησαν μια κρατική υποδομή
πριν καν συγκροτήσουν κράτος!
Από τις υποδομές του ΙΚ δε λείπουν ούτε οι
γραφειοκρατικές διαδικασίες, με τους ρεπόρτερ της εφημερίδας να αναφέρουν
χαρακτηριστικά: «Στις πετρελαιοπηγές Αλ Ομάρα, ο λαθρέμπορας δίνει στους
τζιχαντιστές την έγγραφη άδεια με τον Αριθμό Κυκλοφορίας του οχήματος και τη
χωρητικότητα βυτίου, οι υπάλληλοι του ΙΚ καταχωρούν τα δεδομένα σε ηλεκτρονικό
υπολογιστή, δίνουν στον έμπορο "απόδειξη" και ο τελευταίος το
αγοράζει επί τόπου με 25-30 δολάρια το βαρέλι (ανάλογα με την ποιότητα)».
Οι «Financial Times» εκτιμούν ότι το ΙΚ
ελέγχει το 60% των συριακών πετρελαιοπηγών και τα περισσότερα διυλιστήρια, με
βασική περιοχή παραγωγής την ανατολική επαρχία Ντέιρ Εζόρ. Η
οργάνωση ελέγχει και την πετρελαιοπηγή Καγιάρα κοντά στη
Μοσούλη, που παράγει άλλα 8.000 βαρέλια τη μέρα και χρησιμοποιείται κύρια από
ντόπιους για κατασκευή ασφάλτου. Πρόσφατα, μάλιστα, οι τζιχαντιστές φέρεται πως
«αγόρασαν» (!) πέντε διυλιστήρια...
Οι ΗΠΑ γνώριζαν...
Ως το Μάη του 2015, «εμίρης» πετρελαίων του ΙΚ ήταν ο
Τυνήσιος Αμπού Σαγιάφ, ώσπου σκοτώθηκε από επιχείρηση Αμερικανών
κομάντος, που κατάσχεσαν εκατοντάδες σημαντικά αρχεία και έγγραφα,
ακόμη και ισολογισμούς που κατέγραφαν με την παραμικρή λεπτομέρεια στοιχεία,
τους «αγοραστές» του κλεμμένου συριακού και ιρακινού πετρελαίου, πηγές και
διυλιστήρια, θέσεις αποθηκών και δεξαμενών πετρελαίου...
Αυτά τα είχαν διαδώσει οι ίδιοι οι Αμερικανοί
στρατιωτικοί αξιωματούχοι, «χωρίς να φοβηθούν» ότι μπορεί (όπως έκαναν οι Ρώσοι
λίγους μήνες μετά!) κάποιοι να τους ρωτήσουν γιατί δε βομβάρδισαν τις θέσεις
πετρελαίου των τζιχαντιστών.
Το «Bloomberg», επικαλούμενο αξιωματούχους του
Πενταγώνου, μετέδωσε «ότι πάνω από ένα χρόνο, οι ΗΠΑ απέφευγαν να χτυπήσουν
τάνκερ βυτιοφόρα για να μειώσουν τις απώλειες σε αμάχους». Αυτό άλλαξε στις 16
Νοέμβρη, όταν τέσσερα αμερικανικά βομβαρδιστικά κατέστρεψαν 116 φορτηγά
πετρελαίου, αφού προηγουμένως είχαν πετάξει φυλλάδια, προειδοποιώντας τους, 45
λεπτά νωρίτερα... Η δικαιολογία, βεβαίως, είναι γελοία, όταν είναι γνωστό πού
πάνε οι αμερικανικές ευαισθησίες για τους αμάχους όταν διακυβεύονται τα
συμφέροντά τους. Το έχουμε δει στη Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν κ.α. Δικαιούμαστε
να αναρωτηθούμε αν υπήρχε κάποιου είδους συμφωνία που στη συνέχεια για
διάφορους λόγους χάλασε ή τροποποιήθηκε;
Για ευνόητους λόγους, οι «Financial Times» αποφεύγουν
να κατονομάσουν μεγάλες ξένες εταιρείες μεταφοράς πετρελαίου που μονοπωλούν
έτσι κι αλλιώς σημαντικό μέρος της αγοράς, όπως οι πολυεθνικές «Glencore»,
«Vitols», «Trafiguras» κ.α., ωστόσο δεν αποκλείεται στο παιχνίδι να
εμπλέκονται και άλλοι παίκτες...